«Μερικές φορές το προλαμβάνειν είναι καλύτερο από το θεραπεύειν» είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης
Στο πλαίσιο αυτό, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας αντέδρασε θεσμικά μεν, έντονα δε απέναντι στο ενδεχόμενο πώλησης πυραύλων αέρος-αέρος BVR (Πέραν του Οπτικού Πεδίου) ΜΕΤΕΟR στην Τουρκία, εκφράζοντας την «έντονη αντίθεση της Ελλάδας σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το οποίο δεν συνάδει με τις μέχρι τώρα άριστες στρατηγικές σχέσεις των δύο χωρών», μετά από ενημέρωση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του Υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη.
Παρότι η Γαλλία αποτελεί τον κατεξοχήν στρατηγικό αμυντικό εταίρο της Ελλάδας, η πρόθεση της Γαλλίας να αλλάξει την ισορροπία ισχύος στο Αιγαίο με την πώληση των BVR ΜΕΤΕΟR κινητοποίησε άμεσα τα αντανακλαστικά του υπουργού Εθνικής Άμυνας σε μια πολιτική κίνηση που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο, με τον πρωθυπουργό να δηλώνει στη χθεσινή συνέντευξή του στον Alpha πως «μερικές φορές το προλαμβάνειν είναι καλύτερο από το θεραπεύειν».
Οι προληπτικές ενέργειες, ωστόσο, στις οποίες προέβη η ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας χθες εδράζονται στην στενή διμερή σχέση Αθήνας-Παρισιού σε επίπεδο Άμυνας, η οποία έχει επισφραγιστεί μέσα από την Ελληνογαλλική Αμυντική Συμφωνία, που υπογράφθηκε το 2021 μεταξύ του τότε υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Παναγιωτόπουλου και της Φλοράνς Παρλί και του τότε υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια και του Γάλλου ομολόγου του, Ζαν-Υβ Λε Ντριαν.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, τα όσα προβλέπονται στην Συμφωνία δεν παραμένουν σε επίπεδο απλών διπλωματικών διατυπώσεων, όταν στο Άρθρο 15 της Συμφωνίας προβλέπεται πως «η Ελλάδα και η Γαλλία εμβαθύνουν τη συνεργασία τους σε θέματα άμυνας ενώ συγχρόνως επιδιώκουν την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας». Επιπλέον, «διαβουλεύονται μεταξύ τους, σε όλα τα επίπεδα, με στόχο τη διαμόρφωση κοινής αντίληψης σε όλες τις σημαντικές αποφάσεις που επηρεάζουν τα κοινά αμυντικά συμφέροντά τους και την κοινή δράση τους, όποτε είναι εφικτό», στοιχείο που δεν παραγνωρίζεται από το Πεντάγωνο.
Ιδίως σε σχέση με την αποτρεπτική ισχύ που επιθυμεί να αναπτύξει η Τουρκία, με δεδομένο ότι οι πύραυλοι αέρος – αέρος BVR Meteor συνιστούν, σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, «game changer» σε επίπεδο αεροπορικής υπεροχής. Με δεδομένο ότι υποστηρίζουν σενάρια «no escape zone» («ζώνη μηδενικής διαφυγής»), εμβέλεια περί τα 200 χιλιομέτρα και φάσμα απόλυτης μηδενικής διαφυγής στα 60 χιλιόμετρα. Για τον λόγο αυτό, οι επιχειρησιακές δυνατότητές τους έχουν τεθεί στο στόχαστρο της γειτονικής χώρας, η οποία επιχειρεί να ασκήσει τώρα πίεση προς το Παρίσι. Παράλληλα, στρατιωτικοί κύκλοι συνδυάζουν το τουρκικό ενδιαφέρον με το γεγονός ότι οι πύραυλοι BVR METEOR βρίσκονται ήδη στο οπλοστάσιο των ελληνικών Rafale, αυξάνοντας θεαματικά τη διαφορά ισχύος της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας έναντι της τουρκικής.
- Αναλυτικά, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των BVR METEOR:
- ·Πολεμική Κεφαλή: High Explosive Blast Fragmentation
- ·Εμβέλεια: 200 km
- ·Βάρος: 190 kg
- ·Μήκος: 3.65 m
- ·Διάμετρος: 17.8 cm
- ·Ταχύτητα: ˃4 Mach
- ·Τύπος Φέροντος Αεροσκάφους: Rafale
Προβληματισμός στην Άγκυρα
Άλλωστε, η αεροπορική κυριαρχία της Ελλάδας έχει διατυπωθεί σε βαθμό προβληματισμού στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας (και όχι μία φορά), καθώς τα 24 αεροσκάφη Rafale, τα 83 προς αναβάθμιση F-16 Viper αλλά και η μελλοντική συμμετοχή στο πρόγραμμα των F-35 δημιουργούν συνθήκες αεροπορικής υπεροχής, που ωθούν την Άγκυρα σε αναζήτηση άλλων λύσεων.
Ανάμεσα σε αυτές, η Τουρκία βρίσκεται σε συζητήσεις κυρίως με τη Γερμανία για προμήθεια αεροσκαφών τύπου Eurofighter, τα οποία μπορούν να φέρουν πυραύλους αέρος-αέρος τύπου Meteor, εφόσον υπάρξει η σχετική άδεια από πλευράς της Γαλλίας, που μετέχει μαζί με την Ιταλία, Σουηδία, Ισπανία, Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο, με το τελευταίο να ενέχει ρόλο κύριου συντονιστή.
«Copy Paste» αλά Τούρκα
Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα καθίσταται η «κίτρινη κάρτα» του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια από το γεγονός ότι είναι η τρίτη φορά μεταπολιτευτικά που η Τουρκία επιχειρεί την απόκτηση ίδιου αμυντικού συστήματος με αυτό της Ελλάδας, στοιχείο που αναδεικνύει την αγωνία της να παρακολουθεί στενά την αναβάθμιση των αποτρεπτικών δυνατοτήτων της Αθήνας, ιδίως σε σχέση με το Αιγαίο.
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές του 2000, όταν η Ελλάδα απέκτησε από τη Ρωσία τους Kornet-E αποβλέποντας στην ενίσχυση των αντιαρματικών ικανοτήτων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Στην συνέχεια, μεσολάβησε αρκετός καιρός, μέχρι να αποκτήσει η Τουρκία Kornet-E, παρακολουθώντας την ανάγκη ενίσχυσης του ελληνικού αντιαρματικού οπλοστασίου σε πραγματικό χρόνο. Το ίδιο… κυνήγι των ελληνικών εξοπλισμών εξελίχθηκε και στην περίπτωση της «αγοράς του αιώνα», δηλαδή των αρμάτων μάχης Leopard 2, τα οποία η Ελλάδα απέκτησε νωρίτερα από την Τουρκία, υπογράφοντας σχετική σύμβαση για την αγορά 170 Leopard 2A6 HEL, το 2003, με την παραλαβή τους να ολοκληρώνεται το 2009. Μπροστά σε αυτήν την εξέλιξη, η Άγκυρα οδηγήθηκε στην απόφαση για την απόκτηση 298 μεταχειρισμένων Leopard 2A4 το 2005 και με χώρα παραγωγής τη Γερμανία, προκειμένου να αφαιρέσει από την Ελλάδα το στρατηγικό αυτό πλεονέκτημα.