Ο άνθρωπος που άλλαξε τον ρου της μυθοπλασίας άφησε την τελευταία του πνοή και έσβησε τις κάμερες ξαφνικά, αφήνοντας μεγάλη παρακαταθήκη και σπουδαίο έργο
Τον Μανούσο Μανουσάκη δεν μπορείς να τον φανταστείς με φώτα σβηστά. Μόνο με το σύνθημα «φώτα, κάμερα, πάμε!» Αλλωστε ακόμη και για την μοιραία στιγμή κι ο ίδιος τα ήθελε έτσι ακριβώς, και σε συνέντευξή του τον Μάρτιο του ’23 είχε πει πως «Ιδανικά, θα ήθελα να επέλθει το… μοιραίο την ώρα του γυρίσματος. Την ώρα που λέω “πάμε!”, να τελειώσω. Η τελευταία μέρα της ζωής μου θα ήθελα να είναι στο γύρισμα όταν λέω «μοτέρ ή στοπ». Να είμαι δυνατός, να είμαι ακμαίος και δραστήριος ακόμη και αυτή την στιγμή, στο τέλος μου! Αλλά δεν το προσδοκώ και άμεσα…»
Ο άνθρωπος που γεφύρωσε τις αντιθέσεις στην μυθοπλασία και κατάφερε να δημιουργήσει τις μεγαλύτερες επιτυχίες, άφησε τις κάμερες οριστικά. Εχοντας χαράξει πολλά χιλιόμετρα στον παράδεισο της Μυθοπλασίας, ο Μαέστρος, όπως τον αποκαλούσαν όλοι, συνεργάτες και μη, ζούσε μέσα από την δουλειά του. Στην τελευταία συνέντευξή του στην ΕΡΤ, ο Μανουσάκης, αφοπλιστικός πάντα, όταν ρωτήθηκε για τον ελεύθερο χρόνο του είπε πως δεν είναι κάτι που θεωρεί πως είναι διαφορετικό καθώς και τότε δουλεύει. Εξήγησε πως ήταν ευτυχής που μπορούσε να κάνει μία δουλειά στην οποία πήγαινε με χαρά και όχι ασθμαίνοντας… Γι αυτό και δεν σταμάτησε ποτέ να κινηματογραφεί και να διαβάζει.
Ο Μανουσάκης διάβαζε πολύ. Χωμένος στο γραφείο του επί ώρες διάβαζε Ιστορία, μυθιστορήματα, δοκίμια, τα πάντα. Ηταν πρωτοπόρος. Οι σειρές του ήταν πάντα ένα βήμα μπροστά γιατί ο θεματικός πυρήνας τους δεν ήταν αντιγραφή ή διασκευή, ήταν συνήθως δική του έμπνευση και μία μοναδική σκηνοθετική ματιά.
Κάθε φορά που τον καλούσαν να αφηγηθεί τα πρώτα βήματα και την υποδοχή που του επεφύλασσαν οι τότε καναλάρχες, με διάθεση εξομολογητική γινόταν χείμαρρος στις κάμερες και τους δημοσιογράφους. «Αντιστάσεις στο ξεκίνημά μου δεν βρήκα, ίσα ίσα. Ούτε και για τους «Ψίθυρους Καρδιάς», που δεν το ήθελαν όλοι. Δεν το ήθελε ο ΑΝΤ1 και πήγα στο Mega και το έκανα. Μου είχαν πει “και ποιος ενδιαφέρεται για τους τσιγγάνους;”. Μόλις το άκουσε αυτό ο Τζώνη Καλημέρης, είπε “αυτό φέρ’ το εδώ τώρα”. Αντίστροφα, όταν πήγα το “Άγγιγμα Ψυχής” στο Mega, είπαν όχι, αλλά όταν το πήγα στον ΑΝΤ1, μου είπαν “φέρ’ το”. Αυτές είναι οι συμπτώσεις», είχε πει στο «Στούντιο 4» πρόσφατα.
Η σειρά αυτή άγγιξε σε τηλεθέαση το 76,1%, στις 9 Φεβρουαρίου του 1998 με 3,5 εκατομμύρια τηλεθεατές, το οποίο δεν ξεπεράστηκε και δεν θα ξεπεραστεί και τα 33 επεισόδια που χρειάστηκαν για να αποτυπωθεί ο έρωτας του αρχιτέκτονα Αντώνη Μαυράκη (Απόστολος Γκλέτσος) και της Τσιγγάνας Ερατούς και να καθηλωθεί το τηλεοπτικό κοινό.
Για όλα υπήρχαν περιπέτειες μέχρι να αγαπηθούν. Ακόμα και για το «Τμήμα Ηθών» που ενθουσίασε τον Μίνωα Κυριακού. «Μόλις του περιέγραψα την ιδέα, που ήθελα να κάνουμε, μου είπε “αύριο το πρωί αρχίζεις γυρίσματα”».
Και ακολούθησαν κι άλλα πολλά «Το “Η αγάπη ήρθε από μακριά” ήταν μια πρόταση του Θοδωρή Κυριακού, που εγώ όμως το φοβήθηκα. Του είχα πει “είναι λίγο νωρίς ακόμα”, γιατί τότε, ήταν πολύ ηλεκτρισμένες οι σχέσεις και μόλις είχε έρθει το προσφυγικό στην Ελλάδα. Υπήρχε μια ένταση, δεν ήταν κάτι απλό. Επέμενε όμως, ο Κυριακού να το κάνουμε και τελικά, είχε δίκιο».
Τελευταία μεγάλη του επιτυχία το «Κόκκινο ποτάμι» στο Open το οποίο σάρωσε σε τηλεθέαση. Και τότε περιέγραφε την όποια δυσκολία για ένα απαιτητικό γύρισμα σαν απλό ερέθισμα: Για μένα τίποτα δεν είναι δύσκολο, όλα είναι προκλήσεις που σου δημιουργούν ιδέες, σε ωθούν να προχωρήσεις και να μάθεις καινούργια πράγματα. Η δυσκολία σε κρατάει με δεμένα χέρα. Η αλήθεια είναι πως είναι μεγάλη πρόκληση να βρούμε χώρους ειδικά σε μια χώρα που έχει κατεδαφίσει όλη τη σύγχρονη αρχιτεκτονική της κληρονομία.
Πρόσφατα στην ΕΡΤ άρχισε να προβάλλεται το «Δίχτυ» τα γυρίσματα του οποίου επρόκειτο να συνεχιστούν την επόμενη εβδομάδα….