Άγνωστοι ως σήμερα εμπορικοί κόμβοι στον Δρόμο του Μεταξιού ήρθαν στο φως σε υψόμετρο άνω των 2.000 μέτρων.
Χρησιμοποιώντας drone που σκανάρουν το έδαφος με ακτίνες λέιζερ, αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στο ορεινό Ουζμπεκιστάν ερείπια δύο πόλεων που άκμασαν από τον 6ο έως τον 11ο αιώνα μ.Χ. χάρη στο εμπόριο του Δρόμου του Μεταξιού.
Οι δύο οχυρωμένες πόλεις, οι οποίες βρίσκονται σε υψόμετρο 2.000-2.200 μέτρων και απέχουν μεταξύ τους 5 χιλιόμετρα, είναι από τις μεγαλύτερες που γνωρίζουμε στα ορεινά τμήματα του Δρόμου του Μεταξιού, ένα δίκτυο δρόμων που συνέδεαν την Ευρώπη με τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Ασία.
«Οι πόλεις αυτές ήταν εντελώς άγνωστες. Εξετάζουμε τώρα τις ιστορικές πηγές για να βρούμε τυχόν ανεξερεύνητα μέρη που ταιριάζουν με τα ευρήματά μας» δήλωσε στο Reuters ο αρχαιολόγος Μάικλ Φρατσέτι του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σεντ Λιούις, επικεφαλής της ανακάλυψης που δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature.
Η μεγαλύτερη από τις δύο πόλεις, η Τουγκουνμπουλάκ, είχε έκταση 1.200 στρεμμάτων με πληθυσμό που πρέπει να ανερχόταν σε δεκάδες χιλιάδες άτομα. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της εποχής σε αυτή την περιοχή της Κεντρικής Ασίας, ισάξια του περίφημου εμπορικού κόμβου της Σαμαρκάνδης, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 110 χιλιομέτρων. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι υπήρξε από το 550 έως το 1000 μ.Χ.
«Το Τουγκουνμπουλάκ είναι πολλές φορές μεγαλύτερο και πιο αινιγματικό από ό,τι άλλα κάστρα ή οικισμοί που έχουν καταγραφεί σε μεγάλα υψόμετρα της Κεντρικής Ασίας» είπε ο Φρατσέτι.
Η δεύτερη πόλη, το Τασμπουλάκ, ήταν δέκα φορές μικρότερο με πληθυσμό μερικών χιλιάδων. Άκμασε από το 730 έως το 1050 μ.Χ.
Οι δύο πόλεις εγκαταλείφθηκαν και ξεχάστηκαν μέχρι που τα πρώτα ίχνη εντοπίστηκαν στη διάρκεια αποστολής σε μια δύσβατη ορεινή περιοχή. Στη συνέχεια οι ερευνητές χαρτογράφησαν την περιοχή σε τρεις διαστάσεις χρησιμοποιώντας drone με Lidar, συσκευές λέιζερ που μετρούν αποστάσεις.
Το τοπογραφικό μοντέλο που προέκυψε αποκάλυψε ερείπια οχυρών, δρόμων, πλατειών και κατοικιών.
Οι πρώτες ανασκαφές σε ένα από τα οχυρά του Τουγκουνμπουλάκ έφεραν στο φως κλιβάνους, πιθανώς για την επεξεργασία του σιδήρου που εξορυσσόταν στην περιοχή και τη μετατροπή του σε χάλυβα. Το σενάριο αυτό μένει πάντως να επιβεβαιωθεί με χημικές αναλύσεις στη σκωρία, ένα παραπροϊόν της μεταλλουργίας, που βρέθηκε στο χώρο.
Η μεταλλουργία ίσως ήταν η κύρια οικονομική δραστηριότητα στο Τουγκουνμπουλάκ, μαζί με το εμπόριο ζώων όπως τα πρόβατα και οι αγελάδες, καθώς και ζωικών προϊόντων όπως το μαλλί.
«Ειδικά το Τουγκουνμπουλάκ περιπλέκει την ιστορική εικόνα για την πρώιμη μεσαιωνική πολιτική οικονομία στον Δρόμο του Μεταξιού, καθώς τοποθετεί την πολιτική ισχύ και τη βιομηχανική παραγωγή εκτός των περιφερειακών κόμβων όπως η Σαμαρκάνδη» σχολίασε ο Φρατσέτι.
Το Τασμπουλάκ δεν διέθετε τη βιομηχανία του Τουγκουνμπουλάκ αλλά παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον πολιτιστικό χαρακτηριστικό –ένα μεγάλο νεκροταφείο που ανακλά τη διάδοση του ισλαμισμού στην περιοχή. Κάποιοι από τους 400 τάφους του θεωρούνται από τους αρχαιότερους μουσουλμανικούς τάφους που έχουν τεκμηριωθεί στην περιοχή.
«Το νεκροταφείο είναι δυσανάλογα μεγάλο για την πόλη. Σίγουρα υπήρχε κάποιος ιδεολογικός προσανατολισμός στο Τασμπουλάκ για να θάβονταν εκεί τόσοι άνθρωποι» είπε ο Φρατσέτι.
Το Ισλάμ εμφανίστηκε στην Αραβική Χερσόνησο τον 7ο αιώνα.
Ο Δρόμος του Μεταξιού ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή δεν επέτρεπε μόνο τη μεταφορά προϊόντων αλλά και ανθρώπων και ιδεών. Συνέδεε κοσμοπολίτικες κινεζικές πόλεις όπως η Σιάν με μακρινές περιοχές όπως η Κωνσταντινούπολη της Βυζαντινής Αυτοκρατορόιας και η ισλαμική μητρόπολη της Βαγδάτης.